8 Οκτωβρίου 2021
Ο στρατηγικός ρόλος της Αποθήκευσης Ενέργειας στο δρόμο για την Εγχώρια Απολιγνιτοποίηση και την κλιματικά ουδέτερη ΕΕ

του Παύλου Κωτσίδη
Διπλ. Μηχανολόγου Μηχανικού, Μ.Β.Α
Διευθυντής Τομέα Ενέργειας της «Σαμαράς & Συνεργάτες ΑΕ- Σύμβουλοι Μηχανικοί»
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA), ο οποίος ιδρύθηκε το 1974, την περίοδο της παγκόσμιας πετρελαϊκής κρίσης και πραγματοποιεί αξιόπιστες μελέτες και προβλέψεις για την ενέργεια και το κλίμα παγκοσμίως, δημοσίευσε το Μάϊο μια έκθεση, που ουσιαστικά αποτελεί και τον οδικό χάρτη, για το μηδενισμό των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου μέχρι το 2050. Ταυτόχρονα, πραγματοποιήθηκε και αναθεώρηση του στόχου μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από το 40% –με βάση υπολογισμού το 1990– στο 55% ως το 2030. Στην παραπάνω έκθεση της IEA, επισημαίνεται ότι αν δεν συντονιστούν εκτενέστερες ενέργειες από όλους, το 2100 θα έχουμε μια αύξηση της μέσης θερμοκρασίας περίπου κατά 2οC και αν λάβαμε ένα δίδαγμα από την πανδημία της νόσου του Covid-19, αυτό είναι ότι τα προβλήματα χωρίς σύνορα, απαιτούν και συστρατευμένες ενέργειες από όλα τα κράτη.
Ενώ η παραγωγή και χρήση ενέργειας ευθύνονται για το 79% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της ΕΕ, η κλιματική αλλαγή και η στρατηγική μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία εκτός από τον περιβαλλοντικό της αντίκτυπο, απειλεί και τη βιωσιμότητα του ενεργειακού κλάδου. Αυτό αποτυπώνεται στη ραγδαία αύξηση της χρηματιστηριακής τιμής των εκπομπών CO2, όπου οι τιμές άγγιξαν ήδη τα 56 ευρώ ανά τόνο.
H Ελλάδα σε ρυθμούς NET ZERO
Στα της χώρας μας, οι νέοι και πιο φιλόδοξοι στόχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιβάλλουν και αναθεώρηση του σχεδιασμού της ελληνικής κυβέρνησης, προκειμένου η χώρα να σταθεί στις ευρωπαϊκές της υποχρεώσεις και να αποφύγει απώλεια ευρωπαϊκών κονδυλίων. Η κυβέρνηση εκπόνησε παλαιότερα το ΕΣΕΚ με 44 δις. ευρώ παρεμβάσεων και επενδύσεων για τον τότε στόχο μείωσης του CO2 κατά 40%, ο οποίος όμως έχει αναθεωρηθεί σε 55%. Δεν είναι έτσι τυχαίο ότι το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας έχει ως έναν από τους βασικούς του Πυλώνες την Πράσινη Μετάβαση και ότι συνολικά πάνω από το 1/3 των πόρων των κονδυλίων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, δηλαδή περισσότερα από 6 δισ. ευρώ σε δημόσια δαπάνη, θα δεσμευτούν υπέρ της πράσινης αυτής ενεργειακής μετάβασης.
Η Ελλάδα ως μακροχρόνια εξαρτημένη από τον λιγνίτη, καλείται να τον αντικαταστήσει, μεταξύ άλλων, με Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, σε μία πορεία δίκαιης μετάβασης. Το μερίδιο των ΑΠΕ στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας έχει ήδη ξεπεράσει το 32%, ενώ αντίθετα ο λιγνίτης κυμάνθηκε το περασμένο έτος μόλις στο 11%, έναντι μέσου ποσοστού 33% που ήταν η συμμετοχή του το 2016 στο ενεργειακό μίγμα, με το φυσικό αέριο να αποτελεί το καύσιμο γέφυρα προς την απανθρακοποίηση.
Ο πρόεδρος του Ομίλου «Σαμαράς & Συνεργάτες», Δημήτρης Σαμαράς κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο 1ο Συνέδριο «GREEN DEAL GREECE» του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΤΕΕ) με τίτλο «Απολιγνιτοποίηση & Ενεργειακή Μετάβαση» ως απαντήσεις στις ηλεκτροπαραγωγικές προκλήσεις λόγω της απολιγνιτοποίησης ανέφερε: «Την ένταξη σύγχρονων μονάδων Συνδυασμένου κύκλου – Φυσικού Αερίου, την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, την αποθήκευση ενέργειας, την παραγωγή πράσινου Υδρογόνου για αποθήκευση της πλεονάζουσας παραγωγής Ανανεώσιμης Ενέργειας και τα παράκτια αιολικά».
Το 2019, όταν ο πρωθυπουργός, είχε εξαγγείλει το ταχύ κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, ο κάθε τόνος διοξειδίου του άνθρακα κόστιζε περίπου 20 ευρώ. Σήμερα, μόλις δύο χρόνια μετά, κοστίζει ακόμα και 56 ευρώ. Συνολικά, το κόστος παραγωγής μιας μεγαβατώρας από λιγνίτη έχει αυξηθεί δραματικά, όταν το Μάιο, μετά και την τελευταία δημοπρασία ΑΠΕ της ΡΑΕ, το κόστος μιας ηλιακής μεγαβατώρας έχει βυθιστεί ακόμη και στα 32,97 ευρώ, καθιστώντας σήμερα την ηλιακή ενέργεια μέχρι και 65% πιο φτηνή μορφή ενέργειας από τη λιγνιτική, με τη διαφορά να οξύνεται στο μέλλον. Η αντιοικονομική λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων για τη ΔΕΗ, αποδεικνύεται και από την απόφαση της εταιρείας να επιταχύνει το έτσι και αλλιώς εμπροσθοβαρές πρόγραμμα απόσυρσης των λιγνιτικών της μονάδων.
ΑΠΕ & Energy Storage
Οι ξεχωριστές δυνατότητες, που διαθέτει η χώρα μας για έργα ΑΠΕ, με ένα από τα μεγαλύτερα αιολικά και ηλιακά δυναμικά στην Ευρώπη και τη ξηρά να γειτνιάζει με τη θάλασσα σε μεγάλη έκταση αποτελώντας μία σημαντική ευκαιρία για την υιοθέτηση της πρακτικής των παράκτιων αιολικών πάρκων, έχει προσελκύσει πληθώρα εγχώριων και ξένων επενδυτικών κεφαλαίων. Όμως οι ΑΠΕ από μόνες τους δεν αποτελούν λύση στο πρόβλημα, καθώς η μεταβλητότητα και η εποχικότητα των καιρικών συνθηκών δεν τις καθιστούν σταθερές στην παραγωγή. Ειδικότερα, η μελέτη των συστημάτων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας τα τελευταία χρόνια απαιτεί επιπλέον ανάλυση σε σχέση με το παρελθόν, λόγω της μεγάλης διείσδυσης της μεταβαλλόμενης παραγωγής των ΑΠΕ. Εδώ ακριβώς έρχεται ο ρόλος των Συστημάτων Αποθήκευσης Ενέργειας, ως το απαραίτητο εκείνο εργαλείο για την περαιτέρω προώθηση των ΑΠΕ, τη διαχείριση της υπερπαραγωγής τους και της ρύθμισης ετεροχρονισμού της παραγωγής ως προς τη ζήτηση, την ευστάθεια και την αποσυμφόρηση κορεσμένων δικτύων με την ταυτόχρονη προώθηση της ιδιοκατανάλωσης.
Τα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας είναι ουσιαστικά ο απαραίτητος πόρος προς την ενεργειακή μετάβαση σε ένα μέλλον χαμηλού αποτυπώματος άνθρακα, ώστε οι όλες αυτές οι Επενδύσεις σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, που έχουν γίνει και πρόκειται να υλοποιηθούν, να μπορέσουν να καλύψουν τις απαιτήσεις επάρκειας ισχύος των μελλοντικών πλήρως απανθρακοποιημένων συστημάτων της ΕΕ του 2050.
Για το λόγο αυτό, βάσει των Στόχων του Εθνικού Σχεδίου για το Κλίμα και την Ενέργεια (ΕΣΕΚ), κλειδί για την κλιματικά ουδέτερη παραγωγή ενέργειας αποτελούν οι μονάδες αποθήκευσης. Στην κατεύθυνση αυτή θα βοηθήσουν οπωσδήποτε και οι επενδύσεις στο εθνικό ηλεκτρικό δίκτυο, ώστε να μπορούν να ενταχθούν τόσο οι νέες επενδύσεις σε ΑΠΕ όσο και τα συστήματα Αποθήκευσης Ενέργειας και να διασφαλίζεται η επάρκεια του συστήματος. Εκτιμάται ότι τα επενδυτικά σχέδια του ΑΔΜΗΕ και του ΔΕΔΔΗΕ για την επόμενη πενταετία για τα δίκτυα υψηλής, μέσης και χαμηλής τάσης είναι της τάξης των 5 δισ. ευρώ.
Τεχνολογίες Αποθήκευσης Ενέργειας
Πολλές τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας είναι διαθέσιμες ή βρίσκονται υπό περεταίρω ανάπτυξη, όπως η αποθήκευση ενέργειας μέσω άντλησης νερού, τα διαφορετικά είδη συσσωρευτών, η αποθήκευση υδρογόνου, η αποθήκευση συμπιεσμένου αέρα, τα συστήματα αποθήκευσης θερμότητας και τα διαφορετικά είδη αποθήκευσης αερίου. Στην ΕΕ, όσον αφορά το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, η αποθήκευση ενέργειας μέσω άντλησης νερού αποτελεί την πλέον κοινή τεχνολογία αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, αντιπροσωπεύοντας πάνω από το 95 % της εγκατεστημένης δυναμικότητας αποθήκευσης. Στη χώρα μας υπάρχουν, ήδη, δύο σταθμοί αντλησιοταμίευσης της ΔΕΗ, με τον ένα να βρίσκεται στο φράγμα της Σφηκιάς (Αλιάκμονας) και τον άλλο στο φράγμα του Θησαυρού (Νέστος).
Οι επενδύσεις, που θα τρέξουν, όμως, στο μέλλον θα είναι κατά κύριο λόγο με συσσωρευτές, οι οποίοι αποθηκεύουν ηλεκτρική ενέργεια σε χημική μορφή και μετατρέπουν την ενέργεια αυτή σε ηλεκτρισμό. Στην παρακάτω εικόνα γίνεται μια επισκόπηση των κύριων τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας και των χρήσεων τους.

Στην τελική ευθεία της ψήφισης του θεσμικού πλαισίου
Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η απαλλαγή από τον άνθρακα αποτελεί τόσο τεχνολογική όσο και πολιτική πρόκληση και με βάση το περιβάλλον που διαμορφώνεται, η ελληνική κυβέρνηση, βάζει στην τελική ευθεία τη συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου για την αποθήκευση ενέργειας, η οποία είναι απαραίτητη προκειμένου να προχωρήσουν οι αναγκαίες επενδύσεις στον τομέα. Σύμφωνα με πρόσφατη συνέντευξη της Γενικής Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών κ. Αλεξάνδρας Σδούκου «μετά από μήνες εντατικών εργασιών, η ειδική ομάδα έργου που συστάθηκε για το θέμα, υπέβαλε στο Υπουργείο τις προτάσεις της, ώστε μέχρι και τον Σεπτέμβριο να έχει ολοκληρωθεί η ψήφιση του θεσμικού και ρυθμιστικού πλαισίου» αδειοδότησης, συμμετοχής στην αγορά και στήριξης των διαφόρων τύπων σταθμών αποθήκευσης ενέργειας.
Συμπληρωματικά, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας ανήγγειλε ότι το φθινόπωρο αναμένεται ενδεχομένως και Διαγωνισμός για μονάδες αποθήκευσης ενέργειας ισχύος 700 MW και προϋπολογισμού 200 εκατομμυρίων ευρώ. Επιπρόσθετα, και δεδομένου ότι ο νέος ευρωπαϊκός στόχος του 2030 μεταφράζεται σε 67% ΑΠΕ (ο προηγούμενος στόχος με το υπάρχον ΕΣΕΚ ήταν στο 61% της ηλεκτροπαραγωγής), θα απαιτηθούν τουλάχιστον 1,2-1,6 GW σε αποθήκευση.
Παρόλες τις αρχικές εκτιμήσεις απαίτησης επενδύσεων σε σταθμούς αποθήκευσης κάτω από 2GW και πριν την ολοκλήρωση του νομοθετικού πλαισίου, εικόνες από το μέλλον βλέπουμε ήδη στην αγορά ενέργειας, όπου ο ένας μετά τον άλλο, οι μεγάλοι κυρίως ενεργειακοί όμιλοι και παίκτες της αγοράς, παίρνουν θέσεις στη νέα εποχή, υποβάλλοντας πλήθος σχετικών αιτήσεων στη ΡΑΕ και ανακοινώνοντας τα σχέδια τους για συστήματα αποθήκευσης.
Από το προηγούμενο κιόλας έτος, εκμεταλλευόμενοι έναν παρωχημένο κανονισμό του 2000 {Κανονισμός Αδειών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας, ΦΕΚ 1498Β/08.12.2000)} και την απόφαση της ΡΑΕ να χορηγεί άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στους σταθμούς αποθήκευσης στη βάση του πλαισίου για τις θερμικές μονάδες και ελλείψει πλαισίου για την αποθήκευση, έχουν ήδη καταθέσει πληθώρα έργων αλλά και εκδώσει ήδη και τη σχετική Άδεια Παραγωγής σε πολλές περιπτώσεις. Μπαίνοντας κανείς στο γεωπληροφοριακό χάρτη της ΡΑΕ και αντλώντας τα αντίστοιχα επίσημα στοιχεία, διαπιστώνει ότι μέχρι 10/07/2021 που γράφεται το παρόν, έχουν ήδη κατατεθεί 127 ‘Έργα Αποθήκευσης, εκ των οποίων το μικρότερο έργο είναι ισχύος 1,8MW και το μεγαλύτερο 300MW. Η αθροιστική ισχύ των κατατεθειμένων σταθμών αποθήκευσης μέχρι στιγμής είναι 8,48GW (έπεται σημαντική αύξηση) και ήδη 6πλάσια από αυτήν που έχει εκτιμήσει ως αρχικά αναγκαία το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Παλιά & νέα έργα από μηδενική βάση ή όχι;
Με ιδιαίτερο, λοιπόν, ενδιαφέρον αναμένουμε την ψήφιση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου και την πρόβλεψη, που αυτό θα κάνει για όλα τα παραπάνω έργα, δεδομένου ότι ενδεχομένως να σημειώνεται και εικονικό επενδυτικό ενδιαφέρον με μνήμες από τη δευτερογενή αγορά πώλησης αδειών των πρώτων έργων ΑΠΕ. Θα φανεί επίσης πως θα ενταχθούν οι ήδη εκδοθείσες άδειες παραγωγής στο νέο πλαίσιο αδειοδότησης για την αποθήκευση ενέργειας και πως θα εξεταστεί τότε, το σύνολο των επενδυτικών σχεδίων, παλαιών και νέων. Θα είναι από μηδενική βάση σε ότι τουλάχιστον αφορά τη σειρά, με την οποία έχουν κατατεθεί και άρα θα εξετάζονται οι αιτήσεις για προσφορά όρων σύνδεσης από τους αρμόδιους διαχειριστές δικτύων (ΔΕΔΔΗΕ/ΑΔΜΗΕ) ή όχι;
Στο νέο νομοσχέδιο ενδεχομένως να ληφθεί υπόψη ότι ακόμη και τα σημαντικής ισχύος συστήματα αποθήκευσης με συσσωρευτές απαιτούν ελάχιστη έκταση για την εγκατάστασή τους. Οι αδειοδοτικές διαδικασίες και οι σχετικοί περιορισμοί συνεπώς θα πρέπει να αντανακλούν αυτή την ευελιξία της τεχνολογίας, δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή ένα σύστημα αποθήκευσης ισχύος 20MW χωροθετείται σε ένα άρτιο και οικοδομήσιμο αγροτεμάχιο των 4-5 στρεμμάτων, έκταση που δεν επαρκεί για την εγκατάσταση Φ/Β σταθμού για παράδειγμα 40 και πλέον φορές μικρότερης ισχύος. Κρίνεται σκόπιμο για το λόγο αυτό η ταξινόμηση σε Περιβαλλοντική Αδειοδότηση και κατηγοριοποίηση να γίνει με σημαντικά μεγαλύτερα περιθώρια από τα αντίστοιχα των ΑΠΕ. Ειδικές προβλέψεις και κίνητρα ενδεχομένως να προβλέπονται για τα ΜΔΝ, όπου εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να λειτουργήσουν οι αγορές ηλεκτρισμού και τα συστήματα αποθήκευσης θα μπορούσαν να προσφέρουν ακόμα μεγαλύτερα οφέλη.
Αναμένουμε…